28/03/2024

RSS

Χειρόγραφες εφημερίδες, fake news και λογοκρισία στην αυγή του Νεοελληνικού Τύπου – του Β. Κουδούνη

23/03/2023

Δυναμικό φαινόμενο του νέου ελληνισμού υπήρξε ο Τύπος, τόσο κατά την περίοδο της Επανάστασης όσο και ενωρίτερα, από τον 18ο αιώνα. Η πνευματική αυτή συγκομιδή ευνοήθηκε από οικονομικές εξελίξεις και κοινωνικούς μετασχηματισμούς που είχαν ξεκινήσει τις προηγούμενες δεκαετίες. Πρόκειται για μεταβολές οι οποίες ενίσχυσαν και ενισχύθηκαν από την προαγωγή της Παιδείας στο πλαίσιο του προδρομικού σταδίου του Νεοελληνικού Διαφωτισμού (17ος αι.).

Διαπρεπείς λόγιοι και αξιόλογοι δάσκαλοι του Γένους καλλιέργησαν εντατικά και συστηματικά τα Γράμματα στην Πόλη και σε άλλα αστικά κέντρα της Ελλάδας. Ανάμεσά τους διακρίνονται ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις, ιερομάρτυς και άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο κληρικός Θεόφιλος Κορυδαλλέας και οι άγιοι Ευγένιος Γιαννούλης, ο Αιτωλός και Αναστάσιος Γόρδιος, ιερομόναχοι αμφότεροι. Αξιοσημείωτο είναι ότι το πρώτο τυπογραφείο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία λειτούργησε με πρωτοβουλία του Πατριάρχη Κυρίλλου Α΄ το 1627 στην Κωνσταντινούπολη. Ο ιερομόναχος Νικόδημος Μεταξάς, αργότερα πρώτος Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης, είχε σταλεί ενωρίτερα στο Λονδίνο από τον Λούκαρι, για να σπουδάσει την τυπογραφική τέχνη. Το 1627 επέστρεψε φέρνοντας μαζί του κάσες με τυπογραφικά στοιχεία. Τότε εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο εντός της οθωμανικής επικράτειας, μια περί Ιουδαίων μελέτη του Πατριάρχη Κυρίλλου. Όμως, η πρωτοποριακή αυτή τυπογραφική δραστηριότητα διακόπηκε βίαια το 1628 μετά από την έντονη αντίδραση των Ιησουιτών στην Υψηλή Πύλη. Τα επόμενα προεπαναστατικά χρόνια ελληνικά τυπογραφεία θα λειτουργήσουν σε διάφορα σημεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Ιάσιο, Σμύρνη, Μοσχόπολη κ.λπ). Η λειτουργία τους οφείλεται στην πρωτοβουλία και τη δραστηριοποίηση εκκλησιαστικών κυρίως παραγόντων. Ο εκδοτικός αμητός περιελάμβανε ως επί το πλείστον θρησκευτικής θεματολογίας βιβλία.

Επιπροσθέτως, τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αι. εξελίσσεται η διαδικασία διαμόρφωσης μιας αστικής δημοσιότητας και στην ελληνική κοινωνία τής διασποράς.  Η ανάδυση της αστικής τάξης, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί που προκύπτουν,  η διάθεση κριτικής στο κατεστημένο και η ανάγκη για συστηματική πληροφόρηση και διάλογο πυροδοτούν τις διαδικασίες διαμόρφωσης μιας δημόσιας σφαίρας. Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσεται η ανάγκη για περιοδικό Τύπο. Ο περιοδικός τύπος ως βασικό εργαλείο ενημέρωσης, δημοσίου λόγου, διαλόγου και κριτικής αρχίζει να προσελκύει το ενδιαφέρον  εκδοτών ελληνικών εντύπων.  

Η πρώτη προσπάθεια για την έκδοση ελληνικής εφημερίδας γίνεται από τον δραστήριο Ζακυνθινό τυπογράφο Δημήτριο Βεντ(δ)ότη(1757-1795) στη Βιέννη το 1784. Το ειδησεογραφικό έντυπο τιτλοφορούνταν «Ταχυδρόμος της Βιέννης». Ωστόσο, υπήρξε βραχύβιο. Οι αυστριακές Αρχές ικανοποιώντας απαίτηση της οθωμανικής κυβέρνησης διέταξαν τον τερματισμό της έκδοσης του «Ταχυδρόμου», αφού είχαν κυκλοφορήσει μόνο δύο φύλλα. Πάντως, παρά τα προσκόμματα η έκδοση εφημερίδων και φιλολογικών περιοδικών στην εκπνοή του 18ου και στην αυγή του 19ου αι. υλοποιείται από τυπογραφεία ελληνικά και ξένα σε πόλεις του παροικιακού ελληνισμού(Βενετία, Βιέννη, Παρίσι κλπ). Μέσα από αυτά τα έντυπα ο αναγνώστης μπορούσε να παρακολουθεί την ελληνική πνευματική, κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα όπως διαμορφωνόταν κατά την ειρηνική αγωνιστική περίοδο της προετοιμασίας και της αναμονής.

Ο προεπαναστατικός ελληνικός Τύπος, όμως, από τη φύση του δεν μπορούσε να εκπροσωπήσει τη νέα πραγματικότητα στην επαναστατημένη Ελλάδα. Ήταν, συνεπώς, αναπόφευκτος ο τερματισμός του πρώτου κύκλου της νεοελληνικής δημοσιογραφίας με την έκρηξη του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα το 1821.

Όταν εκδηλώθηκε η Επανάσταση, σχεδόν ταυτόχρονα εμφανίστηκαν δημοσιογραφικά φύλλα εντός της εξεγερμένης Ελλάδας. Οι χειρόγραφες και οι έντυπες εφημερίδες αποτελούσαν τις δύο μορφές της δημοσιογραφικής δραστηριότητας κατά την επαναστατική περίοδο. Άκρως συντελεστική της εκδοτικής αυτής διαδικασίας υπήρξε η παρουσία και κινητοποίηση πλειάδας σκαπανέων του Τύπου, «εφημεριδογράφων», αρθρογράφων και εν γένει συνεργατών πού είχαν ανάλογες προεπαναστατικές επιδόσεις.  Εξυπηρέτησαν τα μέγιστα την αδήριτη ανάγκη της επίρρωσης του φρονήματος των εξεγερμένων Ελλήνων, της ενθάρρυνσης των αναποφάσιστων, για να εξέλθουν από τη νομιμότητα, και της πληροφόρησης για την πορεία του πολέμου σε κρίσιμη συγκυρία.  Μέσα από τις σελίδες τους ο αναγνώστης, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενημερωνόταν τόσο για τις εξελίξεις στα πεδία των μαχών όσο και για τις κοινωνικοπολιτικές ζυμώσεις. Περαιτέρω, η Διοίκηση κοινοποιούσε στους πολίτες τις αποφάσεις της.

Στην απαρχή του Αγώνα, ειδικότερα, έχουμε την έκδοση τουλάχιστον τριών  βραχύβιων χειρόγραφων εφημερίδων με περιορισμένη γεωγραφικά αναγνωστική εμβέλεια. Δημιουργήθηκαν στη Στερεά Ελλάδα σε φάση που δεν είχε ακόμη οργανωθεί ο τυπογραφικός μηχανισμός στον επαναστατημένο ελλαδικό χώρο. Αφορούσαν ειδησεογραφικά λίγους μήνες του 1821 και του 1822. Ασφαλώς ήταν παρωχημένη μορφή δημοσιότητας, με ρόλο, όμως, κομβικό.

Μέσα στον Μάρτιο του 1821 κυκλοφόρησε η εφημερίδα του Γαλαξιδιοῦ. Δε γνωρίζουμε  τον τίτλο της. Συχνά δημοσίευε φανταστικές ειδήσεις(fake news) και γι΄αυτό την ονόμασαν «ψευτοεφημερίδα». Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Σάθας(1842-1914) μάς πληροφορεί στο λογοτεχνικό περιοδικό «ΠΑΝΔΩΡΑ» για ένα σωζόμενο φύλλο με ημερομηνία την 27η Μαρτίου 1821. Είναι χαρακτηριστική η παρακάτω εντελώς πλασματική πληροφορία στη δημώδη γλώσσα:

«Γαλαξείδι 27 Μάρτη 1821

Αδελφοί Ρουμελιώται, προεστοί και καπεταναίοι του Λιδωρικιού, Μαλανδρίνου, Κράβαρι και όσοι εν Χριστώ αδελφοί.

Σήμερα μας ήρθαν είδησες από σημαντικά προσώπατα της Πόλης και του Μορέως, και μας λένε το πως οι Ρούσοι επέρασαν τα Μπαλκάνια και τραβάνε ντρίτα στην Πόλη. Το στράτευμα θα είναι 200.000 της στερηάς, και εκατό του πελάγου (Νο 300.000 ). Η αρμάτα, 8 βατσέλα, τριπόντιδες και φριγάδες 24 (Νο 32). Οι Τούρκοι τραβιώνται στην πέρα πάντα. Πέντε Ρούσικα καράβια εξεμπαρκάρησαν ασκέρι στη Μάνη και Νηόκαστρο, και τράβηξαν ντρίτα το κόρφο της Πάτρας γιά να βγάνουν το ασκέρι, το τσιμπιχανέ, και εκατό χιλιάδες φλωριά (Νο 100.000), πεσκέσι της Ρουσίας στους Ρωμαίους των αρμάτων. Οι Μωραΐτες πήραν τη Τριπολιτσά, και οι Μανιάτες τη Καλαμάτα. Αύριο μας έρχεται ο άρχοντας καπετάν Ανδρέας Λόντος με χίλιους πεντακόσιους Βοστιζάνους και ελπίζουμε να εύρη ούλη τη Ρούμελη στ’ άρματα. Την ώρα που γράφομε μας ήρθε γραφή από τον πιλότο των Ρούσικων καραβιώνε Μαυροθαλασσίτη πως η αρμάτα άραξε στον Πάπα. Ακόμη μας λέγει το πως και η Φράντζα θέλει το Ρωμέικο. Η βάρδια μας είδε τα καράβια στο κόρφο μας. Καλώς να μας έρθουνε».

Η ανορθόδοξη αυτή πρακτική εξακτίνωνε τις ελπίδες των Ελλήνων στην αρχή του μεγάλου ξεσηκωμού, ότι οι ξένοι λαοί και πρωτίστως το ομόθρησκο και ομόδοξο «ξανθό γένος» θα συμπαραταχθούν στον τιτάνιο αγώνα τους. Παράλληλα, απέρρεε από την εδραιωμένη πεποίθηση ότι τέτοιες μέθοδοι επηρεασμού της κοινής γνώμης επιδρούσαν τονωτικά στο ηθικό των εξεγερμένων. Γι΄αυτό και ανάλογα κείμενα, συγκρατημένης, όμως, ειδησεογραφικής παραποίησης, δημοσιεύονται και σε έντυπες εφημερίδες της περιόδου.

Η «Εφημερίς Αιτωλική», η δεύτερη χειρόγραφη εφημερίδα, εκδόθηκε τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο του ’21 στο Μεσολόγγι. Οι ανακριβείς ειδήσεις και οι σκόπιμες υπερβολές δεν απουσίαζαν από τα φύλλα της. Το ηθικό των επαναστατημένων ραγιάδων έπρεπε να ενισχυθεί. Οι ενδοιασμοί έπρεπε να αμβλυνθούν. Εντούτοις, η ανορθόδοξη γραφίδα των συντακτών εμφανίζεται αρκετά συγκρατημένη. Στα λιγοστά φύλλα που έχουν διασωθεί ο αναγνώστης πληροφορείται για τις εξελίξεις στον στρατιωτικό και πολιτικό στίβο. Είναι αξιοσημείωτη η ακρίβεια της είδησης για την παράδοση του κάστρου της Μονεμβασιάς στον Αλέξανδρο Καντακουζηνό, αξιωματικό του ρωσικού στρατού και πληρεξούσιο του Δημητρίου Υψηλάντη, την 23η Ιουλίου 1821: «Από εξ Οφφικίου ειδήσεις, όπου ελάβαμεν χθες παρά του Γενικού Στρατοπέδου Τριπολιτζάς βεβαιούμεθα, ότι εις  τας 23 Ιουλίου, το φρούριον της Μονεμβασίας παρεδώθη εις τα ελληνικά στρατεύματα δια συνθηκών, στρατηγούντος του πρίγκηπος Κατακουζινού…». Σε άλλο σημείο οι συντάκτες της προεξοφλούν τη ρωσική στάση έναντι της επανάστασης προσδίδοντάς της φιλελληνική απόχρωση: «Κατά …. εξ οφφικίου ειδήσεις η αυτοκρατορική ρωσική Αυλή, συμμαχήσασα μετά του γένους ημών εκήρυξε τον πόλεμον εναντίον της Οθωμανικής Πόρτας εις τας 14 Ιουλίου παρελθόντος…».

Πιθανός εκδότης της «Αιτωλικής» ήταν ο Νικόλαος Λουριώτης(1783-1832). Καταγόταν από την Άρτα ή τα Ιωάννινα. Υπήρξε έμπορος, λόγιος και πολιτικός. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Διατέλεσε κατά τη διάρκεια του Αγώνα αρχιγραμματέας της Γερουσίας της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος και  φροντιστής της οικονομίας, ενώ αργότερα ο Ιωάννης Καποδίστριας του εμπιστεύτηκε τη γραμματεία επί των Εκκλησιαστικών. Τον Ιούλιο του 1832 τραυματίστηκε θανάσιμα στην Αρκαδία κατά τη διάρκεια αντικυβερνητικών αναταραχών.

Στο Βραχώρι(Αγρίνιο) τον Φεβρουάριο του 1822 κυκλοφόρησε η τρίτη χειρόγραφη εφημερίδα, «Ο Αχελώος». Πρωτεργάτης θεωρείται ο Νικόλαος Λουριώτης, ο οποίος υπογράφει στην προμετωπίδα της εφημερίδας. Συγκεκριμένα, η σφραγίδα της Γερουσίας, η οποία αποτελείται από δύο ομόκεντρους κύκλους, βρίσκεται τυπωμένη στην κορυφή. Ο πρώτος κύκλος περιλαμβάνει την κεφαλαιογράμματη αναγραφή: «+ΓΕΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ Χ. ΕΛΛΑΔΟΣ. 1821». Ο δεύτερος  κύκλος εμπεριέχει ένα δάφνινο στεφάνι στο κέντρο του οποίου αποτυπώνεται ο Αχελώος με μορφή επιτιθέμενου ταύρου. Ακολουθούν μικρογράμματοι και υπογραμμισμένοι ο τίτλος «Ο Αχελώος»  και ο υπότιτλος: «Εφημερίς Πολιτική της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος». Στις δύο επόμενες αράδες διαβάζουμε σύσταση υπογεγραμμένη από τον αρχιγραμματέα Ν. Λουριώτη: «Εις όλα τα εις την εφημερίδα ταύτην εμπεριεχόμενα δημόσια ψηφίσματα αντιγεγραμμένα όντα εκ των πρωτοτύπων του αρχιγραμματέως της επικρατείας, χρεωστάται παρά πάντων η προσήκουσα υποταγή».

                          

Ο «Αχελώος» υπήρξε πρόδρομος των εφημερίδων της Διοικήσεως. Στα δύο σωζόμενα φύλλα του Φεβρουαρίου του 1822 οι ειδήσεις, σε λόγια γλώσσα, αφορούν κυρίως διοικητικά και πολιτικά θέματα. Σ΄αυτά περιλαμβάνονται διορισμοί, δραστηριότητες κυβερνητικών παραγόντων και οι διαπραγματεύσεις του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου για τη σύμπηξη ελληνοαλβανικής συμμαχίας.

Η σύνταξη, η συγγραφή και η κυκλοφορία των χειρογράφων εφημερίδων επιτυγχάνονταν με μία ιδιαίτερη τεχνική διαδικασία. Ο εκδότης σε πρώτη φάση συγκέντρωνε το υλικό από στοματική πληροφορία ή και από επιστολές που λάμβανε, όπως συνέβαινε και στις έντυπες εφημερίδες. Ακολούθως, ο ίδιος συνέτασσε και αντέγραφε τα πρώτα φύλλα. Έπειτα, συνεργάτες του τα αντέγραφαν σε μεγαλύτερο αριθμό και με «πεζοδρόμους» τα έστελναν σε όμορες πόλεις ή απέναντι στον Μοριά. Στις περιοχές όπου έφθανε το κάθε φύλλο το αντέγραφαν πάλι και το προωθούσαν, για να επιτευχθεί η ευρύτερη δυνατή διάδοσή του. Λίγα χρόνια αργότερα, μερίμνη εκδοτών έντυπων πλέον εφημερίδων, θα συσταθεί και μία υποτυπώδης ταχυδρομική υπηρεσία, που θα συμβάλει στην κυκλοφορία του  Τύπου πέρα από τον γειτονικό γεωγραφικό περίγυρο.

Τον Αύγουστο του 1821, παράλληλα με τις χειρόγραφες, τυπώνεται στην απελευθερωμένη Καλαμάτα η πρώτη ελληνική εφημερίδα σε ελλαδικό έδαφος με τον τίτλο «Σάλπιγξ Ελληνική». Η εκτύπωση πραγματοποιήθηκε σε μικρό ξύλινο τυπογραφείο που είχε φέρει μαζί του ο Δημήτριος Υψηλάντης. «Επιστάτης και εκδότης» ορίστηκε ο έγκριτος λόγιος ιερομόναχος Θεόκλητος Φαρμακίδης. Ο βίος της υπήρξε σύντομος, αφού κυκλοφόρησαν μόνο τρία φύλλα εντός του Αυγούστου του 1821. Η διακοπή οφειλόταν στην άρνηση του Φαρμακίδη να υποταχθεί στην προληπτική λογοκρισία που επιχείρησε να επιβάλει ο Υψηλάντης. Επρόκειτο για την πρώτη σύγκρουση  λειτουργών του Τύπου με την εξουσία στο αναδυόμενο νεοελληνικό κράτος. Απόπειρες λογοκρισίας και αντιπαράθεση εκδοτών με φορείς της Αρχής καταγράφονται και τα επόμενα χρόνια. Η γενεσιουργός αιτία έγκειται στις διαφορετικές ερμηνείες του «περί Ελευθεροτυπίας» άρθρου του Συντάγματος, το οποίο εισήγαγε η  Δεύτερη εν Άστρει Εθνοσυνέλευση  τον Μάρτιο/Απρίλιο 1823.

  Αργότερα, στην εκπνοή του 1823, με πρωτοβουλία ευρωπαίων φιλελλήνων αρχίζει η εγκατάσταση σε ελληνικά αστικά κέντρα(Μεσολόγγι, Αθήνα, Ύδρα κ.λπ) σύγχρονου τυπογραφικού μηχανισμού. Το γεγονός αυτό θα συντελέσει καθοριστικά στην προαγωγή του Τύπου, τόσο στην επαναστατημένη Ελλάδα όσο και στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.